Τα αλλουβιακά δάση σκλήθρων (Alnus glutinosa) είναι εξαιρετικά σημαντικά τόσο σε τοπικό όσο και σε εθνικό επίπεδο, καθώς είναι σπάνια και απειλούμενα σε ολόκληρη την Ευρώπη, όπου ενώ παρουσιάζουν ευρεία κατανομή, εμφανίζονται μόνο ως υπολείμματα στενών γραμμών ή λωρίδων δέντρων κατά μήκος ποταμών: η συχνότητα τους είναι ιδιαίτερα μειωμένη στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου.
Ο τύπος οικοτόπου 91E0* έχει καταγραφεί σε 20 περιοχές NATURA 2000 στην Ελλάδα, με μόνο δύο από αυτές να βρίσκονται σε νησιά της Μεσογείου. Το σημαντικότερο είναι ότι το μοναδικό αλλουβιακό δάσος σκλήθρων στο κεντρικό κομμάτι του Αιγαίου αρχιπελάγους βρίσκεται στην Άνδρο, συνεπώς η περιοχή του προγράμματος αποτελεί το νοτιότερο άκρο της κατανομής του στη Βαλκανική Χερσόνησο.
Τα σκλήθρα διαδραματίζουν πολύ σημαντικό ρόλο στη διατήρηση της φύσης δεδομένου ότι συμβάλλουν προσφέροντας στα οικοσυστήματα των ποταμών ιδιαίτερης βιοποικιλότητας τόσο καθεαυτό το δέντρο όσο και το πλημμυρισμένο ριζικό σύστημα. Επιπλέον, βοηθάει στη διήθηση των υδάτων και τον καθαρισμό των λιμναζόντων νερών, ενώ το ριζικό σύστημα βοηθάει στον έλεγχο των πλημμυρών και τη σταθεροποίηση των οχθών. Δεδομένης της αναμενόμενης αύξησης των πλημμυρών λόγω κλιματικής αλλαγής, τα σκλήθρα θα μπορούσαν να διαδραματίσουν καίριο ρόλο στην προστασία των οχθών από διάβρωση.
Δράσεις για τη διατήρηση των αλλουβιακών δασών σκλήθρου
Παρότι τα αλλουβιακά δάση σκλήθρων της Άνδρου παρουσιάζουν εξαιρετική αντιπροσωπευτικότητα, έχουν υποστεί σημαντική υποβάθμιση κατά τη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών λόγω της αλλαγής του υδρολογικού κύκλου σε ρέματα και έλη, ενώ πρόσφατα γεγονότα έντονων πλημμύρων, πυρκαγιών και φαινόμενα υπερβόσκησης προκάλεσαν περαιτέρω επιδείνωση. Η εφαρμογή των δράσεων του προγράμματος, που περιλαμβάνουν την αποκατάσταση των δασών σκλήθρου, τη λήψη μέτρων για τον περιορισμό των πλημμύρων, της διάβρωσης, των ανεξέλεγκτων πυρκαγιών και της υπερβόσκησης προβλέπεται να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα αυτά και να οδηγήσουν στην προστασία, διατήρηση, αποκατάσταση και ανάκαμψη του συγκεκριμένου οικοτόπου (δράσεις C1, C2 και C3)